Τα μέλη της οικογένειας ή οι φίλοι αποτελούν συχνά βασική πηγή υποστήριξης για ένα άτομο που έχει διπολική διαταραχή. Αδιαμφισβήτητα, το άμεσο κοινωνικό περιβάλλον αναλαμβάνει σημαντική ευθύνη για τη φροντίδα του ανθρώπου που πάσχει από διαταραχή της διάθεσης. Η ευθύνη αυτή αναγκάζει τους συγγενείς – φροντιστές να διαχειριστούν απρόβλεπτες διακυμάνσεις στη διάθεση, συμπτώματα κατάθλιψης και μανίας, καθώς και υψηλό ρίσκο αυτοκτονικού ιδεασμού.
Οι έρευνες έχουν δείξει ότι οι πάροχοι φροντίδας σε ασθενείς με διπολική διαταραχή υποφέρουν από προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας. Συγκεκριμένα, πάνω από το ένα τρίτο αυτών αναφέρουν ότι πάσχουν από κατάθλιψη και μάλιστα πληρούν τα κλινικά κριτήρια μείζονος κατάθλιψης σε ποσοστά 33% με 46%. Η κατάθλιψη στον συγκεκριμένο πληθυσμό είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και η κατανόηση των παραγόντων που συμβάλλουν στην εκδήλωση της έχει τραβήξει το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας. Ένας από τους παράγοντες που έχει διερευνηθεί για το συσχετισμό του με την κατάθλιψη των συγγενών και φίλων των διπολικών ανθρώπων είναι το υποκειμενικό άγχος ή το βάρος που προκαλεί η φροντίδα.
Πρόσφατη έρευνα της καθηγήτριας Perlick και των συνεργατών της (Perlick et al., 2016) από την ιατρική σχολή του νοσοκομείου Mount Sinai στη Νέα Υόρκη εξέτασαν κατά πόσο το άγχος και το βάρος που νιώθουν οι συγγενείς ή οι φίλοι διπολικών ασθενών αποτελούν παράγοντα που προβλέπει την κατάθλιψη στον πληθυσμό αυτό. Κατά κανόνα, το βάρος που νιώθουν οι συγγενείς και οι φίλοι διπολικών ασθενών σχετίζεται τόσο με αντικειμενικά προβλήματα, που αναφέρονται στις πρακτικές δυσκολίες και τα μετρήσιμα έξοδα, όσο και με υποκειμενικά προβλήματα που αφορούν το βαθμό συναισθηματικής πίεσης ή κόπωσης που βιώνει ο συγγενής ή φίλος.
Η συγκεκριμένη έρευνα χρησιμοποίησε δεδομένα από 500 εξω-νοσοκομειακούς διπολικούς ασθενείς και τους φροντιστές του. Οι συγγενείς ή οι φίλοι των διπολικών συμμετεχόντων αξιολόγησαν το κόστος και τις συνέπειες που επέρχονται στη σωματική και ψυχική τους υγεία από τη φροντίδα του οικείου τους προσώπου που πάσχει από διπολική διαταραχή. Οι συμμετέχοντες αξιολογήθηκαν μέσω συνεντεύξεων κατά την εγγραφή τους στην έρευνα καθώς και μετά από το πέρασμα 6 και 12 μηνών ώστε να φανούν οι πιθανές αλλαγές στην υγεία τους στην πάροδο του χρόνου.
Η στατιστική ανάλυση των κλινικών αξιολογήσεων των συμμετεχόντων έδειξε ότι τα υψηλά επίπεδα άγχους και αισθήματος βάρους κατά την αρχική αξιολόγηση των ατόμων που φροντίζουν οικεία τους πρόσωπα με διπολική διαταραχή προέβλεπε αυξημένα επίπεδα κατάθλιψης και στις επόμενες αξιολογήσεις στους 6 και 12 μήνες. Αυτό το εύρημα ήταν ανεξάρτητο από την κλινική κατάσταση των συμμετεχόντων στα διαστήματα αυτά.
Αντιθέτως, τα επίπεδα κατάθλιψης στην αρχή της έρευνας δε φάνηκε να συνδέονται και να επηρεάζουν το άγχος ή το βάρος των παρόχων φροντίδας στους 6 και 12 μήνες μετά. Τα δεδομένα από τη συγκεκριμένη μελέτη υποδηλώνουν ότι η εμφάνιση κατάθλιψης σε συγγενείς ή φίλους διπολικών ανθρώπων δεν είναι απλώς το αποτέλεσμα μιας υποκείμενης γενετικής προδιάθεσης στις διαταραχές διάθεσης, αλλά αντιθέτως, επηρεάζονται από τα επίπεδα άγχους που δημιουργούν τα αντικειμενικά και υποκειμενικά προβλήματα της φροντίδας.
Τα υψηλά ποσοστά κατάθλιψης στους συγγενείς και φίλους διπολικών ατόμων που αναλαμβάνουν τη φροντίδα τους καθώς και τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η κατάθλιψη αυξάνει τον κίνδυνο χρόνιων παθήσεων και θνησιμότητας υπογραμμίζουν τη σημασία παρεμβάσεων δημόσιας υγείας για τη μείωση της στο συγκεκριμένο πληθυσμό. Τα ευρήματα της παρούσας μελέτης συνιστούν ότι παρεμβάσεις που στοχεύουν τόσο στη μείωση του άγχους των συγγενών και φίλων όσο και στη μείωση των καταθλιπτικών σκέψεων και συμπεριφορών τους θα βοηθούσαν στη μείωση του ρίσκου εμφάνισης ή υποτροπής των καταθλιπτικών επεισοδίων.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι λίγες από τις παρεμβάσεις που αφορούν την οικογένεια των διπολικών ανθρώπων στοχεύουν στη μείωση του άγχους της φροντίδας και της κατάθλιψης.
Η υπάρχουσα βιβλιογραφία υπογραμμίζει την αποτελεσματικότητα παρεμβάσεων που στοχεύουν στην ψυχοεκπαίδευση, την κοινωνική υποστήριξη και την παροχή πρακτικών συμβουλών για τους συγγενείς διπολικών ασθενών. Συγκεκριμένα, παρεμβάσεις κοινωνικής υποστήριξης έχει φανεί ότι ενδυναμώνουν την οικογένεια ως προς τη διαχείριση της διπολικής διαταραχής και μειώνουν το ρίσκο ή καθυστερούν την υποτροπή των επεισοδίων του ασθενούς.
Παρόλα αυτά, για συγγενείς-φροντιστές που βιώνουν μείζων κατάθλιψη τέτοιου είδους παρεμβάσεις δεν έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν σημαντικά και τα επίπεδα κατάθλιψης. Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζονται και οι ίδιοι ατομική θεραπευτική φροντίδα.
Τέλος οι διαδικτυακές παρεμβάσεις αυτοβοήθειας που προσφέρουν ψυχοεκπαίδευση και στήριξη σε συγγενείς διπολικών ασθενών για τη μείωση του ψυχικού βάρους που συνδέεται με τη φροντίδα κάνουν ακόμα πιο προσβάσιμη αυτού του είδους υποστήριξης.
Πηγή: https://www.maniokatathlipsi.gr/2020/12/bipolarrelatives/