Τα παιδιά και οι έφηβοι που έχουν βιώσει τραυματικά γεγονότα έχουν την ανάγκη να αισθάνονται ασφάλεια και ότι τα αγαπούν. Ύστερα από ένα τραυματικό γεγονός, συχνά, οι γονείς θέλουν να προσφέρουν αυτό το είδος φροντίδας στα παιδιά τους (Child Welfare Information Gateway, 2014). Ωστόσο, όταν γονείς και φροντιστές δεν έχουν κατανοήσει τις επιπτώσεις που είχε το τραυματικό βίωμα στα παιδιά τους, υπάρχει η πιθανότητα να αισθάνονται τόσο απογοητευμένοι όσο και να παρερμηνεύουν τη συμπεριφορά των παιδιών τους. Το πώς ένας γονιός αντιμετωπίζει το τραυματικό γεγονός φαίνεται ότι ασκεί σημαντική επίδραση στο πόσο γρήγορα και αποτελεσματικά θα ανακάμψει ένα παιδί ή ένας έφηβος (Centre for Posttraumatic Mental Health, 2013). Οι γονείς θα πρέπει να πιστεύουν το παιδί τους και να επικυρώνουν την εμπειρία του, να αντέχουν το συναίσθημά του και τέλος να διαχειρίζονται τις συναισθηματικές του αντιδράσεις χωρίς να «καταπατούν» τις ανάγκες του (Morris-Smith & Silvestre, 2014). Επιπρόσθετα, ο ίδιος ο γονέας αρκετές φορές, μετά από ένα τραυματικό γεγονός, μπορεί να αισθάνεται υπεύθυνος και να αναπτύξει και ο ίδιος ψυχολογικά προβλήματα και ενοχές που σχετίζονται με τη νοηματοδότηση του γεγονότος, ενώ σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να εμφανίσει έντονα συναισθήματα θυμού ή θλίψης (Αρκούδη, 2009).
Τι είναι τραύμα;
Στη συνέχεια θα επιχειρήσουμε να δώσουμε έναν ορισμό για το τραύμα και πώς αυτό μπορεί να συνδέεται με την παιδική ηλικία. Τραύμα είναι το αποτέλεσμα ενός γεγονότος, μιας σειράς γεγονότων ή του συνόλου των καταστάσεων που βιώνει το άτομο ως απειλή ή με επιβλαβείς ψυχικές και σωματικές συνέπειες και έχει μακροχρόνιες δυσμενείς επιπτώσεις στη λειτουργικότητά του και στη σωματική, κοινωνική, συναισθηματική ή πνευματική του ευεξία (Substance Abuse and Mental Health Services Administration [SAMHSA], 2012). Με πιο απλά λόγια όταν έρθουμε αντιμέτωποι με μια εξαιρετικά στρεσογόνο εμπειρία, όπως είναι μια φυσική καταστροφή, ένα σοβαρό ατύχημα, ένα περιστατικό σεξουαλικής βίας κινητοποιούνται όλες μας οι δυνάμεις για να την ξεπεράσουμε. Επιπρόσθετα, όταν από ένα περιβάλλον απουσιάζει η αγάπη ή κυριαρχεί η απόρριψη είναι πιθανό, μακροπρόθεσμα, να λειτουργήσει τραυματικά (Ινστιτούτο Τραυματοθεραπείας, χ.χ.). Αν οι προσπάθειές μας να ξεπεράσουμε τα βιώματα αυτά δεν επαρκούν, τότε δημιουργούνται εσωτερικά «ρήγματα». Οι εμπειρίες εγγράφονται ανεξίτηλα στη μνήμη μας και προκαλούν «ψυχικά τραύματα» (Βεντουράτου, 2009).
Ποιες καταστάσεις συνδέονται με το τραύμα στα παιδιά;
Το τραύμα μπορεί να είναι αποτέλεσμα ενός μόνο γεγονότος ή μπορεί να προκύψει από την έκθεση σε πολλαπλά ή/και επαναλαμβανόμενα γεγονότα με την πάροδο του χρόνου (Morris-Smith & Silvestre, 2014). Τραυματικά γεγονότα μπορεί να είναι η κακοποίηση (σωματική, σεξουαλική ή συναισθηματική), η παραμέληση, η έκθεση σε έντονες καταστάσεις φτώχιας (π.χ. έλλειψη στέγης, έλλειψη τροφής), ο αποχωρισμός από αγαπημένα πρόσωπα, η έκθεση σε σχολικό εκφοβισμό, η έκθεση σε γεγονότα ενδοοικογενειακής βίας, οι φυσικές καταστροφές ή ατυχήματα, η μη προβλέψιμη γονεϊκή συμπεριφορά λόγω εθισμού των γονέων σε ψυχοδραστικές ουσίες ή λόγω ψυχικής ασθένειας κ.α. Επίσης, η απομάκρυνση από τους γονείς, για κάποια παιδιά, ακόμα κι αν αυτό συμβαίνει για λόγους προστασίας, συνιστά ένα ακόμα τραυματικό γεγονός (Child Welfare Information Gateway, 2014).
Παρότι τα παιδιά μπορεί να μην θυμούνται τις αρνητικές εμπειρίες, αυτές παραμένουν αποθηκευμένες στη μνήμη, ως τραυματική πληροφορία, που μπορεί να οδηγήσει σε μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δυσκολίες και προβλήματα. Είναι χρήσιμο να εντοπίσουμε καταστάσεις, που σχετίζονται με αυτές, τις συχνά υποτιμημένες, δυσφορικές εμπειρίες, οι οποίες προκαλούν συμπτώματα και εν δυνάμει οδηγούν σε αποδιοργάνωση και σε έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις του παιδιού. Το τραύμα στην παιδική ηλικία αποτελεί ένα σοβαρό ψυχοκοινωνικό, ιατρικό και πολιτικό πρόβλημα, με επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και σοβαρές συνέπειες, τόσο για τα θύματά του, όσο και για την κοινωνία. Τα παιδιά μπορεί να βιώσουν άμεσα ένα τραυματικό συμβάν ή μπορεί να το βιώνουν δευτερογενώς, ως αποτέλεσμα των τραυματικών συνθηκών που υπάρχουν στην οικογένεια ή στην κοινότητα (EMDR-Hellas, χ.χ.).
Κατά τους Pynoos και Eth (1986), οι πιο κοινές αντιδράσεις παιδιών που έχουν βιώσει τραυματικό γεγονός είναι α) η αναβίωση του γεγονότος μέσω σκέψεων, ή εικόνων, β) ο φόβος ότι θα συμβεί ξανά και γ) η απόσυρση από το εξωτερικό περιβάλλον και η έντονη ανάγκη να προσκολληθούν σε μέλη της οικογένειας ή φροντιστικού πλαισίου. Παιδιά και έφηβοι που έχουν βιώσει τραυματικά γεγονότα μπορεί να εμφανίσουν, δυσκολίες στον ύπνο, ευερεθιστότητα, θυμό, επιθετικότητα, προβλήματα στη συγκέντρωση και τη μνήμη, υπερδιέγερση, κατάθλιψη, γενικευμένο άγχος, άγχος αποχωρισμού, ανάπτυξη συγκεκριμένων φόβων που σχετίζονται με το τραύμα (αν και σε κάποιες περιπτώσεις η σύνδεση μπορεί να μην είναι και τόσο προφανής) (Scheeringa et al., 1995). Ειδικότερα, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορεί να εμφανίσουν επίσης, νευρικά ξεσπάσματα, προκλητική συμπεριφορά, συμπεριφορές που ταιριάζουν σε παιδιά μικρότερης ηλικίας (παλινδρόμηση), νέους φόβους που δεν σχετίζονται με το τραυματικό γεγονός (π.χ. φόβος να πάει στην τουαλέτα). Στην ηλικιακή ομάδα των παιδιών σχολικής και εφηβικής ηλικίας μπορεί να συναντήσουμε έντονο στρες ύστερα από την συνειδητοποίηση της προσωπικής θνητότητας, ενοχές και χρήση ψυχοδραστικών ουσιών (Centre for Posttraumatic Mental Health, 2013).
Σε κάποιες περιπτώσεις παιδιά που έχουν βιώσει τραυματικές εμπειρίες μπορεί να διαγνωστούν με άλλες διαταραχές, χωρίς να δοθεί η απαραίτητη προσοχή στις τραυματικές εμπειρίες. Ειδικότερα, παιδιά που εμφανίζουν έντονη ανησυχία ή είναι συγκλονισμένα από το γεγονός μπορεί να διαγνωστούν ότι έχουν αγχώδη διαταραχή ή κατάθλιψη. Κάποια παιδιά θα διαγνωστούν με εναντιωματική προκλητική διαταραχή ή με διαλείπουσα εκρηκτική διαταραχή. Η αποσύνδεση σε υπενθυμητές τραύματος μπορεί να θεωρηθεί ως αντίσταση κατά της εξουσίας ή μπορεί να διαγνωστεί ως κατάθλιψη, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής ή και ακόμα ως νοητική καθυστέρηση. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις που υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για επικίνδυνες συμπεριφορές (π.χ. αυτοκτονικός ιδεασμός) είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστούν οι οξείες καταστάσεις ακόμα και με φαρμακευτική αγωγή, όπου χρειάζεται, αλλά η θεραπεία της υποκείμενης αιτίας με θεραπευτική αντιμετώπιση του τραύματος θα είναι μια πιο αποτελεσματική προσέγγιση μακροπρόθεσμα (American Academy of Pediatrics, 2013).
Διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία
Κάποια παιδιά που θα βρίσκονται σε υποστηρικτικό πλαίσιο ή θα έχουν περισσότερη ψυχική ανθεκτικότητα, θα αναπτύξουν στρατηγικές και μηχανισμούς ως απόκριση στο τραύμα και αναμένεται να ανακάμψουν. Ωστόσο, κάποια παιδιά θα αναπτύξουν διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία. Τα συμπτώματα της διαταραχής σχετίζονται με τέσσερις άξονες: α) την αναβίωση/ υπενθύμιση του γεγονότος (flashbacks και εφιάλτες), β) την αποφυγή δυσάρεστων αναμνήσεων και στοιχείων που συνδέονται με το γεγονός και λειτουργούν ως υπενθυμητές, γ) αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα (αίσθημα αποξένωσης, εμμένουσες αρνητικές σκέψεις) και δ) εναλλαγές στα επίπεδα εγρήγορσης/ υπερδιέγερση (δυσκολίες στον ύπνο, συνεχή επαγρύπνηση κ.α.) (American Psychiatric Association, 2017). Ακόμα κι αν ένα παιδί δεν εμφανίζει συμπτώματα και από τους τέσσερις άξονες, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει επηρεαστεί σημαντικά από το τραυματικό γεγονός.
Πότε να αναζητήσετε θεραπευτική συνδρομή ειδικών ψυχικής υγείας;
Εάν το παιδί ή ο έφηβος συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα τέσσερις εβδομάδες μετά το συμβάν θα είναι χρήσιμο ο γονιός να μεριμνήσει ώστε το παιδί να υποστηριχθεί από ειδικό ψυχικής υγείας (παιδοψυχιάτρο και ψυχολόγο) εξειδικευμένο στη διαχείριση του ψυχικού τραύματος (Centre for Posttraumatic Mental Health, 2013). Η συμβουλευτική γονέων και η ψυχοθεραπευτική υποστήριξη του παιδιού από ομάδα επαγγελματιών εξειδικευμένων σε θέματα τραύματος μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση και στην αποτελεσματικότερη επούλωση των ψυχικών τραυμάτων. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί και φαρμακευτική αγωγή από παιδοψυχίατρο για τον αποδοτικότερο έλεγχο των έντονων συμπτωμάτων. Το πρώτο βήμα είναι να αναζητήσετε μια ομάδα ειδικών ή έναν επίσημο φορέα προκειμένου να γίνει η αξιολόγηση του παιδιού σας. Είναι χρήσιμο η αξιολόγηση να επαναλαμβάνεται ανά κάποια χρονικά διαστήματα.
Οι τεκμηριωμένες ψυχοθεραπείες για το τραύμα, σύμφωνα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του NICE είναι η Εστιασμένη στο Τραύμα Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία και η ψυχοθεραπευτική μέθοδος EMDR (Eye Movement Desensitization and Reprocessing – Aπευαισθητοποίηση και Eπανεπεξεργασία μέσω Oφθαλμικών Kινήσεων) (ISTSS, 2018. National Institute for Clinical Excellence, 2005. World Health Organization 2013). Τόσο η Εστιασμένη στο Τραύμα Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (Cohen, Mannarino & Deblinger, 2016. Τσουβέλας, in press) όσο και το EMDR σε παιδιά (Gomez, 2012. Greenwald, 1999), αποτελούν εκλεκτικά μοντέλα ψυχοθεραπείας που έχουν ως στόχο τόσο την επεξεργασία των τραυματικών γεγονότων από το παιδί και τους γονείς όσο και την ενδυνάμωση της οικογένειας ή του φροντιστικού πλαισίου (π.χ. πρόσωπα αναφοράς σε δομές παιδικής φιλοξενίας), με στόχο την ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας τόσο του θύματος όσο και του συστήματος που έχει αναλάβει τη φροντίδα τους παιδιού.
Πώς να είστε βοηθητικοί ως γονείς ή φροντιστές;
Τα παιδιά με τη βοήθεια υποστηρικτικών γονέων ή φροντιστών μπορούν να ανακάμψουν ύστερα από μια τραυματική εμπειρία. Χρήσιμο είναι κάθε γονιός να έχει κατά νου τα εξής:
- Αναγνωρίστε τι αποτελεί υπενθυμητή τραύματος για το παιδί σας. Μπορεί να είναι ήχοι, εικόνες, κάτι που λέτε, ή κάτι που βρίσκεται στο σπίτι σας και, παρότι μπορεί να είναι αντικειμενικά ακίνδυνο, εντούτοις, να αναστατώνει το παιδί σας. Σημαντικό είναι να παρατηρείτε την ακολουθία των συμπεριφορών και των αντιδράσεων των παιδιών σας και ειδικά όσες συμπεριφορές δεν ταιριάζουν με την κατάσταση (π.χ. έντονη αναστάτωση του παιδιού για φαινομενικά «ασήμαντο» λόγο) (Child Welfare Information Gateway, 2014).
- Προσπαθήστε να ανταποκρίνεστε με μεγαλύτερη ευαισθησία στις ανάγκες του παιδιού και όχι να αντιδράτε παρορμητικά ή διεκπεραιωτικά. Όταν το παιδί σας είναι σε ένταση, χαμηλώστε τη φωνή σας, αναγνωρίστε τα συναισθήματα του παιδιού και προσπαθήστε να είστε καθησυχαστικοί και ειλικρινείς.
- Μην χρησιμοποιείτε την σωματική τιμωρία. Οι γονείς οφείλουν να διαπαιδαγωγούν θέτοντας λογικά όρια, να τα επικυρώνουν με συνέπεια και να χρησιμοποιούν τη θετική ενίσχυση για τις επιθυμητές συμπεριφορές (Child Welfare Information Gateway, 2014).
- Να είστε συναισθηματικά αλλά και με φυσική παρουσία διαθέσιμοι. Τα μικρότερα παιδιά μπορεί να έχουν ανάγκη για περισσότερες αγκαλιές και χάδια σε σχέση με την κατάσταση πριν το γεγονός, ενώ για τα πιο μεγάλα παιδιά είναι χρήσιμο να περνάτε περισσότερες οικογενειακές στιγμές.
- Να τα ακούτε ενεργητικά και μην αποφεύγετε δύσκολα θέματα ή συζητήσεις που σας προκαλούν αμηχανία. Διδάξτε στα παιδιά σας ότι είναι φυσιολογικό να έχουν πολλά (περισσότερα από ένα) και σε κάποιες περιπτώσεις διαφορετικά, αντιφατικά συναισθήματα ύστερα από ένα τραυματικό γεγονός.
- Ενθαρρύνετε το παιδί σας να συνεχίσει να κάνει όλα όσα έκανε. Η συνέχεια της καθημερινότητας είναι αυτή που θα του δώσει την αίσθηση ανάκτησης ελέγχου (Χατζηχρήστου και συν., 2009).
- Επιτρέψτε στα παιδιά να αισθάνονται ό,τι αισθάνονται, χωρίς κριτική. Βοηθήστε τα να βρουν λέξεις και αποδεκτούς τρόπους για να τα εκφράσουν και χρησιμοποιήστε τον έπαινο και τη θετική ενίσχυση όταν το κάνουν.
- Παρατηρήστε με προσοχή τις αντιδράσεις τους και διαβεβαιώστε τα, ότι δεν έχουν ευθύνη για ό,τι τους συνέβη.
- Μάθετε στα παιδιά σας τρόπους να ηρεμούν και να χαλαρώνουν. Σχετικές κατευθύνσεις μπορείτε να λάβετε είτε από ειδικούς ψυχικής υγείας είτε από ομάδες γονέων.
- Να είστε συνεπείς και προβλέψιμοι γονείς. Είναι σημαντικό να είστε υπομονετικοί, αφού το κάθε παιδί αναρρώνει με τον δικό του χρόνο, ύστερα από ένα τραυματικό γεγονός, και το αίσθημα της εμπιστοσύνης δεν αποκαθίσταται μέσα σε μια μέρα αλλά θέλει χρόνο και συνέπεια (Child Welfare Information Gateway, 2014).
- Να είστε υποστηρικτικοί σε στιγμές / καταστάσεις / δραστηριότητες που βελτιώνουν την αίσθηση της αυτοεκτίμησης των παιδιών σας. Οι θετικές εμπειρίες βοηθούν τόσο στην ανάρρωση από μια τραυματική εμπειρία όσο και στηβελτίωση της ψυχικής ανθεκτικότητας.
- Βοηθήστε το παιδί σας να επεξεργαστεί το γεγονός και να αποδώσει ένα νόημα και μια ελπίδα για το μέλλον (Cohen, Mannarino & Deblinger, 2016. Χατζηχρήστου και συν., 2009).
Πηγή: Χαμόγελο του Παιδιού